Εφετείο 1748/2020: Διαφορές αποδοχών βασικού μισθού, επίδομα θέσης ευθύνης διευθυντή ινστιτούτου έρευνας


Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός Δήμητρα - Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας -  Διαφορές αποδοχών βασικού μισθού, επίδομα θέσης ευθύνης διευθυντή ινστιτούτου έρευνας, δώρα εορτών


ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
4ο ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ 

Αριθμός αποφάσεως
1748/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ)

Αποτελούμενο από το Δικαστή Παύλο Μαυρομάτη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε με διοικητική Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και την γραμματέα Ελισσάβετ Τσιτσικάου. 
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 3 Μαρτίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Του εκκαλούντος - εναγομένου: Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία Ε. Γ. Ο. Δ. (Ε.Λ.Γ.Ο. - Δ.Η.Μ.Η.Τ.Ρ.Α.)'', ως καθολικού διαδόχου του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) με Α.Φ.Μ. ..., που εδρεύει στην Αθήνα (οδ. Κ., αριθ. ...) και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσώπησε στο Δικαστήριο η πληρεξούσια δικηγόρος του Π. Θ. Σ. (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ... και Α.Φ.Μ. ...), η οποία κατέθεσε το υπ’ αριθ. Π.../17-2-20 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών. 
Του εφεσιβλήτου - ενάγοντος: Κ. Σ. Χ., κατοίκου Κ. Χ. (οδ. Ε., αριθ. ..), ο οποίος δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου με πληρεξούσιο δικηγόρο, ούτε και τον εκπροσώπησε πληρεξούσιος δικηγόρος του, και ούτε κατατέθηκε μονομερής δήλωση μη παράστασης στο ακροατήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο του, κατά το άρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. 

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 6/12/17 και με αριθ. κατ. .../15-12-17 αγωγή καταβολής διαφορών αποδοχών, την οποία άσκησε ο ενάγων κατά του εναγομένου, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία ζήτησε να γίνει αυτή δεκτή. Η συζήτηση της αγωγής ορίσθηκε να γίνει στις 8/2/18 με αριθ. πιν. …., οπότε συζητήθηκε και εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, αντιμωλία των διαδίκων μερών, η υπ’ αριθ. 176/23-1-19 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, η οποία δέχθηκε εν όλω την αγωγή στην ουσία της. 
Το εκκαλούν - εναγόμενο με την από 30/4/19 έφεσή του (αριθ. έκθ. κατάθ. .../24-10-19), η οποία έλαβε αριθ. κατ. πράξεως προσδιορισμού δικασίμου .../8-11-19 στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, και προσδιορίσθηκε για να εκδικασθεί στην επί της αρχής της παρούσας αναφερομένη ημερομηνία, με αριθ. πιν. 46, ζήτησε την εξαφάνιση της προσβαλλομένης και την ολοσχερή απόρριψη της αγωγής του αντιδίκου του.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος - εναγομένου δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο, αλλά κατέθεσε την από 28/2/20 δήλωση κατ’ άρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε εμπρόθεσμα έγγραφες προτάσεις.
Ο εφεσίβλητος - ενάγων, δεν εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από πληρεξούσιο δικηγόρο.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση από 30/4/19 (αριθ. έκθ. κατάθ. .../24-10-19), έφεση, του πρωτοδίκως ηττηθέντος εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, κατά του ομοίως νικήσαντος ενάγοντος και ήδη εφεσιβλήτου και της υπ’ αριθ. 176/23-1-19 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθ. 591 §1, 614 αριθ. 3, και 621 επ. ΚΠολΔ, ως ισχύουν μετά την κατάργησή τους με το άρθρο 1 άρθρο τέταρτο του Ν. 4335/2015 - ΦΕΚ Α 87/23-7-15) έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, καθόσον εκ των στοιχείων του φακέλου της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοσή της, ούτε και το εκκαλούν - εναγόμενο επικαλείται το αντίθετο, και εντός διετίας από την δημοσίευση αυτής (η εκκαλουμένη δημοσιεύθηκε στις 23/1/19 και η έφεση ασκήθηκε με κατάθεση του πρωτοτύπου του δικογράφου της στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 24/10/19 - άρθ. 1α΄, 3 παρ. 1, 19 όπως αντικ. με το άρθ. 4 §2 Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-7-2011), 495 §§1 & 2, 496, 499, 511, 513 §1β΄, 516 §1, 517, 518 §2, 520 §1, 522, 500 και 144 §1 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την κατάργηση ή την αντικατάστασή τους, κατά περίπτωση, με το άρθ. 1 Ν. 4335/2015. Επομένως, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση και εντός των ορίων των λόγων της (άρθ. 522 §1 και 533 ΚΠολΔ), από το αρμόδιο προς αυτό καθ’ ύλην και κατά τόπο Δικαστήριο τούτο (άρθ. 19 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής αφενός δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου λόγω του ότι πρόκειται για εργατική διαφορά (άρθ. 495 §4 εδαφ. τελευταίο και 614 §3 ΚΠολΔ, ως αυτά ισχύουν μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015 - Κ. Ρίζο σε Ν. Λεοντή, Ειδικές Διαδικασίες κατά τον ΚΠολΔ, έκδ. 2018, σσ. 239), αφετέρου έχει κατατεθεί από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του εκκαλούντος το παράβολο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων (άρθ. 61 παρ. 1 και 4 Ν. 4139/2013), ως αυτό αναφέρεται παραπάνω στα εισαγωγικά της παρούσας, ερήμην του εφεσιβλήτου. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την υπ' αριθ. 1841ΣΤ΄/15-1-20 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Χανίων, Δημητρίου Βροντάκη, που προσκομίζει με επίκληση το εκκαλούν, επικυρωμένο ακριβές αντίγραφο της κρινόμενης έφεσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση για συζήτηση για την ημερομηνία που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εφεσίβλητο, πλην, όμως, όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση από τη σειρά του οικείου πινακίου όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, αυτός δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, ούτε είχε κατατεθεί μονομερής δήλωση μη παράστασης πληρεξουσίου δικηγόρου του στο ακροατήριο, κατά το άρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει, παρά την απουσία του εφεσιβλήτου, να προχωρήσει η διαδικασία σαν να ήταν και αυτός παρών (άρθ. 524 παρ. 4 εδ. α΄, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), σημειουμένου ότι το παριστάμενο εκκαλούν προσκομίζει, για το παραδεκτό της συζήτησης της έφεσης, κατ' άρθ. 524 παρ. 4 εδ. γ΄ και δ΄ ΚΠολΔ ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθ. 44 παρ. 1 Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-7-2011) και άρθ. 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), αντίγραφα του εισαγωγικού δικογράφου και των προτάσεων του αντιδίκου του, που κατατέθηκαν στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς και των πρακτικών που τηρήθηκαν κατ' αυτήν. 

ΙΙ. Δια της από 6/12/17 αγωγής του ο ενάγων - εφεσίβλητος κατά του ήδη εκκαλούντος - εναγομένου, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλουμένη, ο πρώτος εξέθεσε ότι το εκκαλούν - εναγόμενο ν.π.ι.δ. δημιουργήθηκε με τη συγχώνευση του ν.π.ι.δ. ''Ε. Ί. Α. Έ.'' (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) με άλλα τρία ν.π.ι.δ. εποπτευόμενα όλα από τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης. Ότι δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας είχε προσληφθεί νομίμως στο Ινστιτούτο Υ. Φ.  Ε. Χ. (Ι.Υ.Φ.Ε.Χ.), ως μόνιμος υπάλληλος του κλάδου ΠΕ/1 γεωπόνων του Υπουργείου Γεωργίας. Ότι κατά το έτος 1990 το ως άνω Ινστιτούτο που υπηρετούσε μεταφέρθηκε στο Ε. Ί. Α. Έ.'' (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.) και με την υπ' αριθ. .../19.3.1993 διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Γεωργίας μεταφέρθηκε αυτοδικαίως ως υπάλληλος του κλάδου ερευνητών με σχέση εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, από δε την ως άνω συγχώνευση μεταφέρθηκε στο εναγόμενο ΕΛ.Γ.Ο.Δ. με την υπ' αριθ. .../31.10.11 διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων. Ότι με διαδοχικές αποφάσεις του Δ.Σ. του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', προήχθη στη βαθμίδα β' κατά το έτος 1997 και στη βαθμίδα α' κατά το έτος 2002. Ότι από το έτος 2011, μετά την κατά τα ως άνω ίδρυση του εναγομένου στο οποίο συγχωνεύθηκε και το ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', κατέστη εκ του νόμου μισθωτός του νεοϊδρυθέντος εναγομένου ν.π.ι.δ. με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου και από 16.9.2006 παρείχε τις υπηρεσίες του ως Διευθυντής του ως άνω Ινστιτούτου αρχικά για ένα έτος και εν συνεχεία με παρατάσεις της θητείας του ως τις 31.12.2013. Ότι οι θέσεις Διευθυντών των Ινστι-τούτων προβλέπονται από το άρθ. 12 Ν. 1845/1989, όπως αντικ., με τον οποίο ιδρύθηκε το ν.π.ι.δ. ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.''. Ότι κατά το άρθ. 14 §18 Ν. 3399/2005, που αντικατέστη¬σε το ως άνω άρθρο, ο διορισμός των Διευθυντών Ινστιτούτων γίνεται από το Δ.Σ. ύστερα από προκήρυξη των θέσεων. Ότι στην πράξη, η τυπική αυτή διαδικασία ουδέποτε τηρήθηκε. Ότι από 1.1.2012 έως 31.12.2013 το εναγόμενο του κατέβαλε μηνιαίες αποδοχές με μειωμένο το βασικό μισθό, το χρονοεπίδομα, το επίδομα θέσης ευθύνης, τα επιδόματα των εορτών Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας, όπως λεπτομερώς εκτίθεται σε αυτή (αγωγή) για έκαστο έτος. Ότι για το ως άνω διάστημα για τις αιτίες αυτές το εναγόμενο του οφείλει συνολικά 22.457,14 €, ποσό το οποίο δεν του κατέβαλε, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις και διαμαρτυρίες του. Κατ’ ακολουθία τούτων ζήτησε, κυρίως από τη σύμβαση εργασίας και επικουρικά με τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, στην περίπτωση που ήθελε κριθεί ότι ο διορισμός του ως Διευθυντή Ινστιτούτου από το Δ.Σ. του εναγομένου είναι άκυρος, είτε γιατί το όρ¬γανο αυτό δεν είχε τέτοια αρμοδιότητα, είτε γιατί αυτός δεν είχε τα σχετικά προσόντα, να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει για το επίδικο χρονικό διάστημα (1.1.12 έως 31.12.13) το ποσό των 22.457,14 €, με το νόμιμο τόκο για κάθε μηνιαία αξίωσή του από την 1η εκάστου επόμενου μήνα για κάθε επιμέρους διαφορά μισθού, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε από το παραπάνω Δικαστήριο, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ως άνω ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, η εκκαλουμένη απόφαση (υπ' αριθ. 176/23-1-19). Αυτό αφού έκρινε τόσο την κύρια, όσο και την επικουρική βάση της αγωγής, ορισμένη και νόμιμη, επιστηρίζοντάς τις στις διατάξεις των αρθ. 3, 25 παρ. 1, 15, 16, 17 παρ. 1, 18 παρ. 1 Ν. 1845/1989, 17 παρ. 6 Ν. 1539/1997, 1 παρ. 1 Π.Δ. 361/1998, 12 Ν. 1845/1989, 31, 36 παρ. 2 Ν. 3205/2003, 340, 341, 345, 346, 361, 648 επ., 904 επ. ΑΚ και 176, 907 και 908§1 στοιχ. ε' ΚΠολΔ, μετ’ εκτίμηση των αποδείξεων, δέχθηκε αυτήν ως και ουσία βάσιμη, και υποχρέωσε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 22.457,14 € με το νόμιμο τόκο από την ημερομηνία που κάθε επιμέρους κονδύλιο από αυτό έγινε απαιτητό και καταδίκασε το εναγόμενο στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος. Η απορριπτική αυτή εις βάρος του εναγομένου κρίση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου προκάλεσε τα με τους λόγους της έφεσης, δυο (2), εισαγόμενα παράπονα αυτού, οι οποίοι στο σύνολό τους εκτιμώμενοι συνιστούν αιτιάσεις για ψευδή ερμηνεία και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, αλλά και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, έτσι ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της. Ειδικότερα δια του πρώτου λόγου εφέσεως του εκκαλούντος - εναγομένου πλήττεται η εκκαλουμένη διότι κατά παράβαση του νόμου και κατ' εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων δέχθηκε ότι οφείλονται τα αιτούμενα αγωγικά κονδύλια με την αιτίαση ότι δεν είχε ακολουθηθεί η προβλεπόμενη από το Ν. 1845/1989 διαδικασία, που προβλέπεται για την πλήρωση των θέσεων των Διευθυντών Ινστιτούτων αλλά του είχαν ανατεθεί προσωρινά, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου κατά τις διατάξεις του άρθ. 26 παρ. 12 Ν. 1845/1989. Δια του δευτέρου λόγου εφέσεως κατά το νοηματικό του περιεχόμενο πλήττεται η εκκαλουμένη για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και δη ως τις προς κατ’ ιδίαν παραδοχές της για τα χρονικά σημεία επιδίκασης τόκων, αιτιώμενο ακυρότητα της διαδικασίας ανάθεσης άσκησης καθηκόντων ως Διευθυντού του ενάγοντος. 

ΙΙΙ. Το Ε. Ί. Α. Έ. (''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'') συστάθηκε με το Ν. 1845/1989 στις 26/4/1989, οπότε άρχισε να ισχύει ο νόμος αυτός (1845/1989). Ειδικότερα, ορίστηκαν τα εξής: Το ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' ''συνιστάται'', ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, για την εφαρμογή της πολιτικής στους τομείς αγροτικής έρευνας, τεχνολογίας και τεχνογνωσίας, εποπτεύεται από τον Υπουργό Γεωργίας και έχει έδρα την Αθήνα. Αποτελείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τα Ινστιτούτα. Με Κανονισμό οργανωτικής διαρθρώσεως και λειτουργίας, που εκδίδεται μέσα σε ένα έτος, από την 26/4/1989, καθορίζονται η οργάνωση, διάρθρωση, στελέχωση και λειτουργία των υπηρεσιών του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', ενώ το Διοικητικό του Συμβούλιο, μέσα σε ένα έτος, από την 26/4/1989, καταρτίζει, εκτός άλλων, τον Κανονισμό Καταστάσεως του Προσωπικού του, τον οποίο υποβάλλει στον Υπουργό Γεωργίας, για έγκριση και δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Όργανο διοικήσεως του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' είναι (και) το Διοικητικό του Συμβούλιο. Προσωπικό του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' είναι (και) το επιστημονικό (ΠΕ) ερευνητικό. Το προσωπικό αυτό κατέχει θέσεις ερευνητών, που κατατάσσονται σε τέσσερις, ανεξάρτητες και αυτοτελείς, βαθμίδες, ανάλογα με τα προσόντα, που καθορίζονται, ως απαιτούμενα, για κάθε βαθμίδα. Βαθμίδες είναι οι Α', Β', Γ', Δ', με τους αντίστοιχους τίτλους, ήτοι τακτικός ερευνητής-βαθμίδα Α', αναπληρωτής ερευνητής-βαθμίδα Β', εντεταλμένος ερευνητής-βαθμίδα Γ', δόκιμος ερευνητής-βαθμίδα Δ'. Ο διευθυντής του Ινστιτούτου διορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχολήσεως και πρέπει να έχει τα προσόντα, που καθορίζονται στο νόμο (προσόντα ερευνητή ορισμένης βαθμίδας), επιπλέον, αναγνωρισμένη προσφορά σε ερευνητικούς τομείς, συναφείς ''με τις δραστηριότητες'' ή ''με δραστηριότητα'' του Ινστιτούτου, εμπειρία μεταφοράς τεχνογνωσίας και αποτελεσμάτων έρευνας στην πράξη καθώς και αποδεδειγμένη διοικητική ικανότητα. Η πλήρωση κενής θέσεως διευθυντή Ινστιτούτου, προκηρύσσεται, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.''. Η διαδικασία και κάθε άλλη λεπτομέρεια επιλογής διευθυντή Ινστιτούτου, για τη πλήρωση κενής θέσεως, γίνεται (και) σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Καταστάσεως Προσωπικού του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' με κοινή απόφαση των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Γεωργίας (ήδη των Υπουργών Εσωτερικών, Δημοσίας Διοικήσεως και Αποκεντρώσεως και Γεωργίας), που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, οι περιφερειακές υπηρεσίες έρευνας (Ινστιτούτα, Ιδρύματα, Κέντρα, Σταθμοί) του Υπουργείου Γεωργίας μπορεί να ενοποιούνται, αναδιαρθρώνονται, καταργούνται και μεταφέρονται στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.''. Το επιστημονικό προσωπικό, που υπηρετεί, κατά την 26/4/1989, σε περιφερειακές υπηρεσίες έρευνας, ως άνω, του Υπουργείου Γεωργίας, μπορεί να ζητήσει, μέσα σε τέσσερις μήνες, από την ως άνω ημερομηνία, να κριθεί για ένταξη σε βαθμίδες ερευνητικού προσωπικού του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.''. Η ένταξη γίνεται σε αντίστοιχη βαθμίδα ερευνητή, ανάλογα με τα προσόντα, που έχει ο ενδιαφερόμενος, ύστερα από κρίση ειδικής επιτροπής. Το προσωπικό αυτό, εωσότου ενταχθεί, εξακολουθεί να παρέχει τις υπηρεσίες του, με το ίδιο νομικό καθεστώς. Μέχρι τη δημοσίευση και ισχύ του Κανονισμού Καταστάσεως Προσωπικού του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', το Διοικητικό του Συμβούλιο εκδίδει αποφάσεις, με τις οποίες μπορεί να ρυθμίζονται, προσωρινώς, θέματα υπηρεσιακής καταστάσεως του προσωπικού (άρθ. 3, 4, 6, 8, 10, 11, 12 παρ. 1, 2, 3 και 4, 13, 15, 16, 17, 21 παρ.1, 25 παρ. 1, 26, 43 Ν. 1845/1989 (ΦΕΚ Α΄ 102/26-4-1989), και όπως ισχύει και μετά την 17/10/2005. Περιφερειακές υπηρεσίες έρευνας του Υπουργείου Γεωργίας, που καθορίσθηκαν να μεταφερθούν στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', ήταν (και) τα Ινστιτούτα ''Τεχνολογίας Γεωργικών Προϊόντων Αθηνών'', ''Μεσογειακών Οικοσυστημάτων και Τεχνολογίας Δασικών Προϊόντων-Αθήνα'', ''Χαρτογράφησης και Ταξινόμησης Εδαφών Λάρισας'', ''Οίνου Αθηνών'', ''Κτηνοτροφικών Φυτών και Βοσκών Λάρισας'', ''Εγγείων Βελτιώσεων Σίνδου-Θεσσαλονίκης'', ''Σιτηρών'', 'Υ. Φ. και Ε. Χ.'', ''Κτηνιατρικών Ερευνών-Αθήνα'' (άρθ. μόνο της 288611/10-8-1999 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Προεδρίας της Κυβερνήσεως και Γεωργίας (ΦΕΚ Β΄ 530/21-8-1990), που εκδόθηκε κατά το άρθ. 25 παρ. 1 Ν. 1845/1989). Από τις προηγούμενες διατάξεις προκύπτουν, μεταξύ άλλων ότι το ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' είναι αυτοτελές νομικό πρόσωπο και το προσωπικό του συνδέεται μετ' αυτού με σχέση ιδιωτικού δικαίου. Το επιστημονικό (ΠΕ) προσωπικό, το οποίο υπηρετεί την 26/4/1989 στις πιο πάνω περιφερειακές υπηρεσίες έρευνας (Ινστιτούτα) του Υπουργείου Γεωργίας, που μεταφέρθηκαν στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', από της εντάξεως του ύστερα από αίτησή του, παρέχει, με την μορφή εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου (άρθ. 648, 649 ΑΚ), τις υπηρεσίες του στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', ως εργοδότη του (ΑΠ 1009/2008 ΤρΝομΠλ ''Νόμος''). Τέτοια ως άνω θέματα είναι και η προσωρινή επιλογή διευθυντή, από το επιστημονικό (ΠΕ) ερευνητικό προσωπικό, των πιο πάνω περιφερειακών υπηρεσιών έρευνας του Υπουργείου Γεωργίας (Ινστιτούτων), που καθορίστηκαν να μεταφερθούν στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' Διευθυντής, από το επιστημονικό (ΠΕ) ερευνητικό προσωπικό, που έχει επιλεγεί, ελλείψει Κανονισμού Καταστάσεως Προσωπικού, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, προσωρινώς, παρέχει τις υπηρεσίες του στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', ως εργοδότη του, με τη μορφή εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, έστω και αν, κατά το χρόνο της επιλογής, δεν είχε όλα τα προσόντα, που καθορίζονται στο νόμο για την συγκεκριμένη θέση, αφού πρόκειται για προσωρινή επιλογή από το Διοικητικό Συμβούλιο του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' που προβλέπεται από το νόμο. Ως προς τον υπολογισμό της αμοιβής των Διευθυντών των Ινστιτούτων και του επιδόματος θέσης ευθύνης από 1/1/2004, με βάση το άρθ. 38 § 5 Ν. 3205/2003 (Φ.Ε.Κ. 297 Α' 23.12.2003), και από 12/11/2012 με βάση το άρθ. 1 υποπαρ. Γ1 περ. 22 ΙΙ 5 Ν. 4093/2012, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (1/1/12-30/12/13) ορίζεται ότι οι αποδοχές των Διευθυντών των ερευνητικών κέντρων, των ινστιτούτων τους και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων, καθώς και του Προέδρου της Ε.Ε.Α.Ε. είναι ο βασικός μισθός του ερευνητή Δ΄ με συντελεστή 1,7 στρογγυλοποιούμενος στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ, μαζί με όλα τα επιδόματα, τις παροχές και τις αποζημιώσεις, όπως αυτές ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4 του ως άνω άρθρου του Ν. 4093/2012 με τις προϋποθέσεις καταβολής τους. Πέραν των αποδοχών αυτών, κατά το διάστημα από 1/1/12 έως 31/7/12, στους Διευθυντές αυτούς καταβάλλεται και Επίδομα θέσης ευθύνης, ύψους 587 € το μήνα για τους Διευθυντές των Ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ερευνητικών ινστιτούτων και 734 € για τους Διευθυντές των ερευνητικών κέντρων και κατά το χρονικό διάστημα από 1/8/12 έως 30/12/13 στους ιδίους ως άνω Διευθυντές καταβάλλεται και επίδομα θέσης ευθύνης, ύψους τετρακοσίων ευρώ (400 €) το μήνα για τους Διευθυντές των Ινστιτούτων των ερευνητικών κέντρων και των αυτοτελών ερευνητικών ινστιτούτων και πεντακοσίων ευρώ (500 €) για τους Διευθυντές των ερευνητικών κέντρων (ΕφΑθ 2105/2019 αδ. στο νομ. τυπ.).

IV. Από την εκτίμηση και αξιολόγηση των εγγράφων που το εκκαλούν - εναγόμενο επικαλείται και νόμιμα προσκομίζει, ενώπιον του πρωτοβάθμιου, αλλά και δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, έστω και για πρώτη φορά (αρθ. 529 παρ. 1α΄ ΚΠολΔ), ακόμη και αν δεν πληρούν όλα τους όρους του νόμου (άρθ. 614 αριθ. 3, και 621 επ. ΚΠολΔ), τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από αυτό έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1045/2017 ΤρΝομΠλ Δ.Σ.Α., ΑΠ 471/2016 ΤρΝομΠλ Δ.Σ.Α.), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων προσελήφθη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου στο ''Ινστιτούτο Υ. Φ. και Ε. Χ.'', κατά το έτος 1988 ως υπάλληλος του κλάδου ΠΕ/1 γεωπόνων του Υπουργείου Γεωργίας. Συνεπεία της ως άνω στη μείζονα σκέψη περιγραφόμενης μεταφοράς του παραπάνω Ινστιτούτου στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'', η σχέση εργασίας του ενάγοντος μεταφέρθηκε και αυτή αυτοδικαίως στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' με την υπ' αριθ. .../19.3.1993, διαπιστωτική πράξη Υπουργού Γεωργίας (Φ.Ε.Κ. 54 Γ'/29.3.93), ως υπαλλήλου του κλάδου ερευνητών με σχέση εξηρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Κατά τη διάρκεια απασχόλησής του στο ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' με αντίστοιχες αποφάσεις του ΔΣ του, ο ενάγων αρχικά εντάχθηκε στις 4/6/1992 σε θέση ερευνητού γ' βαθμίδος, κατόπιν στις 3/1/1997 προήχθη σε θέση ερευνητού β' βαθμίδος, και στις 5/3/2002 προήχθη σε θέση ερευνητού α' βαθμίδος. Δυνάμει του άρθ. 66 παρ. 1 Ν. 4024/2011 και της υπ' αριθ. 188/188763/10-10-11 ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β 2284/13.10.2011) το Ε. Ί. Α. Έ. (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.), συγχωνεύθηκε με τον Οργανισμό Γεωργικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, Κατάρτισης και Απασχόλησης (ΟΓΕΕΚΑ) - "ΔΗΜΗΤΡΑ", τον Οργανισμό Πιστοποίησης και Επίβλεψης Γεωργικών Προϊόντων (Ο.Π.Ε.ΓΕ.Π - AGROCERT) και τον Ελληνικό Οργανισμό Γάλακτος και Κρέατος (ΕΛ.Ο.ΓΑΚ.) και ιδρύθηκε το εναγόμενο. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθ. 10 της ως άνω ΚΥΑ ''ο συνιστώμενος Οργανισμός καθίσταται καθολικός διάδοχος των περιουσιακών δικαιωμάτων και των νομικών και οικονομικών υποχρεώσεων των συγχωνευόμενων νομικών προσώπων''. Έτσι από τη δημοσίευση της ως άνω ΚΥΑ στο ΦΕΚ, ήτοι από 13/10/2011, ο ενάγων είναι μισθωτός του εναγομένου με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, ανήκει στο ερευνητικό προσωπικό του ως ερευνητής Α΄ βαθμίδος και υπάγεται στο ειδικό μισθολόγιο που αφορά τους ερευνητές, όπως αυτό ρυθμίζεται στο άρθ. 38 Ν. 3205/2003 και τροποποιήθηκε με το άρθ. 1 Ν. 4093/2012. Σύμφωνα με το άρθ. 6 §1 της ως άνω ιδρυτικής του εναγομένου ΚΥΑ ''1. Η Κεντρική Υπηρεσία, η οποία εδρεύει στην Αθήνα, διαρθρώνεται στις εξής Γενικές Διευθύνσεις: α) Γενική Διεύθυνση Διοικητικού - Οικονομικού. β) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας. γ) Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης. δ) Γενική Διεύθυνση Διασφάλισης Ποιότητας Αγροτικών Προϊόντων. Και κατά την §3 αυτής, ως ίσχυε μέχρι την κατάργησή της με το άρθ. 45 της ΥΑ 919/131869/20.10.2014 (ΦΕΚ Β 2889/27.10.2014) ''στη Γενική Διεύθυνση Αγροτικής Έρευνας προΐσταται με τριετή θητεία, που μπορεί να ανανεωθεί, υπάλληλος της κατηγορίας "Ερευνητές" του Οργανισμού με βαθμό Ερευνητή Α΄ ή Β΄ και τριετή τουλάχιστον προϋπηρεσία σε θέση Διευθυντή Ινστιτούτου Αγροτικής Έρευνας''. Με απόφαση του ΔΣ του ''ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.'' κατά την …/26.7.2006 συνεδρίασή του ανατέθηκαν στον ενάγοντα καθήκοντα Διευθυντού στο ''Ινστιτούτο Υ. Φ. και Ε. Χ.''. Η θητεία του ορίσθηκε για ένα έτος από την ανάληψη καθηκόντων. Μετά τη λήξη της ετήσιας θητείας του, με άλλη απόφαση του ιδίου ως άνω ΔΣ στη …/5.3.2008 συνεδρίασή του, αυτή ανανεώθηκε για άλλο ένα έτος. Ομοίως με αντίστοιχες αποφάσεις του ως άνω ΔΣ η θητεία του ενάγοντος ανανεώθηκε για άλλα δυο συνολικά έτη στις ../2.7.2009 και …/16.6.2010 σχετικές συνεδριάσεις του. Τέλος, με απόφαση του ΔΣ του εναγομένου που έλαβε χώρα στην …/6.12.2011 σχετική του συνεδρίαση, η θητεία του ενάγοντος ανανεώθηκε έως τις 30/12/13, οπότε και αποχώρησε από την εργασία του λόγω συνταξιοδοτήσεώς του. Έτσι ο ενάγων κατά το επίδικο χρονικό διάστημα από 1/1/12 έως 30/12/13 άσκησε καθήκοντα Διευθυντή στο ''Ινστιτούτο Υ. Φ. και Ε. Χ.''. Ο ως άνω διορισμός του ενάγοντος έγινε έγκυρα δυνάμει του άρθ. 26 §12 Ν. 1845/1989 και χωρίς την τήρηση της τυπικής διαδικασίας της προκηρύξεως, εφόσον σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη (υπό ΙΙΙ) και από το συνδυασμό των αναφερόμενων σε αυτήν διατάξεων του Ν. 1845/1989 συνάγεται ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του εναγομένου είχε τη δυνατότητα να ρυθμίζει προσωρινά με αποφάσεις του θέματα υπηρεσιακής κατάστασης του προσωπικού του, στα οποία περιλαμβάνονταν και η προσωρινή επιλογή διευθυντών των ερευνητικών ινστιτούτων που μεταφέρθηκαν σ' αυτό, και επομένως εν προκειμένω ο ενάγων δικαιούται τις προβλεπόμενες από τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου αποδοχές με βάση τη σύμβαση εργασίας του. Κατά την έναρξη άσκησης καθηκόντων Διευθυντή κατά τον επίδικο χρόνο (1/1/12) μέχρι τις 31/7/12 ο βασικός μισθός του ερευνητή Δ΄ ανερχόταν σε 1132 € (άρθ. 38 §1 Ν. 3205/2003 ως ίσχυε με την αντικ. του δια του άρθ. 5 Ν. 3670/2008). Με βάση τον ανωτέρω μισθό, ο βασικός μισθός του ενάγοντος διαμορφωνόταν σε 1924,4 € (1132 € χ 1,7) και στρογγυλοποιούμενο στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ κατ' άρθ. 38 §5 Ν. 3205/03 σε 1924 €, και με τις μειώσεις που υπέστη με τα άρθ. 1 §5 Ν. 3833/2010, 3 §4 Ν. 3845/2010 κατά 7% και 3% αντίστοιχα, κατήλθε στο ύψος των 1731,6 € [1924 € - [(1924 € χ 7%) + (1924 € χ 3%)]. Επομένως για το διάστημα από 1/1/12 έως 31/7/12 (=7 μην.) έπρεπε να λάβει συνολικό ποσό 12121,2 € (1731,6 € χ 7 μην.). Αντ' αυτού έλαβε μόνο 10696 € [1698 € - [(1698 € χ 7%) + (1698 € χ 3%)] χ 7 μην.]. Συνεπώς για το ως άνω διάστημα δικαιούται διαφοράς βασικού μισθού ύψους 1425,2 € (12121,2 € - 10696 €). Για το υπόλοιπο επίδικο χρονικό διάστημα, ήτοι από 1/8/12 έως 30/12/13 ο βασικός μισθός του ερευνητή Δ΄ ανερχόταν σε 1020 € (άρθ. 38 §1-9 Ν. 3205/2003, ως ισχύει με την αντικ. του δια της περ. 22 ΙΙ της υποπαραγράφου Γ1 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012). Με βάση τον ανωτέρω μισθό, ο βασικός μισθός του ενάγοντος διαμορφωνόταν σε 1734 € (1020 € χ 1,7). Επομένως για το διάστημα από 1/8/12 έως 30/12/13 (=17 μην.) έπρεπε να λάβει συνολικό ποσό 29478 € (1734 € χ 17 μην.). Αντ' αυτού έλαβε μόνο 23749 € [1397 € χ 17 μην.]. Συνεπώς για το ως άνω διάστημα δικαιούται διαφοράς βασικού μισθού ύψους 5729 € (29478 € - 23749 €) και για ολόκληρο το επίδικο χρονικό διάστημα από 1/1/12 έως 30/12/13 το συνολικό ποσό των 7154,2 € (1425,2 € + 5729 €). Δεδομένου ότι με το άρθρο 4 της Π.Υ.Σ. 6/2012 από 14.2.2012 ανεστάλησαν οι διατάξεις που προέβλεπαν μισθολογική ωρίμανση ή μισθολογική προαγωγή με μόνη προϋπόθεση την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου εργασίας για τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ (σχ. Δ. Ζερδελή, ΕργΔ, έκδ. 2019, σσ. 826 επ.) ο ενάγων σε όλο το επίδικο χρονικό διάστημα παρέμεινε στο ποσοστό του χρονοεπιδόματος (60% του βασικού του μισθού) που είχε κατά τις 31/12/11, χωρίς καμμία περαιτέρω προσαύξηση του μισθού του για το λόγο αυτό. Έτσι λόγω της κύμανσης κατά τα ανωτέρω του βασικού του μισθού το ύψος του χρονοεπιδόματος που έπρεπε αυτός να λάβει και από το οποίο απαρτιζόταν ο μισθός του ανερχόταν μηνιαία κατά το διάστημα από 1/1/12 έως 31/7/12 στο ποσό των 1154,4 € (1924 € χ 60%). Επομένως για το διάστημα από 1/1/12 έως 31/7/12 (=7 μην.) έπρεπε να λάβει συνολικό ποσό 8080,8 € (1154,64 € χ 7 μην.). Για το διάστημα αυτό ο ενάγων είχε λάβει συνολικό ποσό ύψους 7131,6 € [(1698 € χ 60%) χ 7 μην.]. Συνεπώς δικαιούται διαφοράς χρονοεπιδόματος ύψους 949,20 € (8080,8 € - 7131,6 €). Για το διάστημα από 1/8/12 έως 30/12/13 ο ενάγων το ύψος του χρονοεπιδόματος που έπρεπε να λάβει ο ενάγων μηνιαία ανερχόταν στο ποσό των 1040,4 € (1734 € χ 60%). Επομένως για το διάστημα αυτό (17 μηνών) για την ως άνω αιτία έπρεπε να λάβει το συνολικό ποσό των 17686,8 € (1040,4 € χ 17 μ.). Αντ' αυτού για το διάστημα αυτό και για την αυτή αιτία έλαβε συνολικό ποσό 14249,4 € [(1397 € χ 60%) χ 17 μ.]. Συνεπώς δικαιούται διαφοράς χρονοεπιδόματος ύψους 3437,4 € (17686,8 € - 14249,4 €) και συνολικά για όλο το επίδικο διάστημα (1/1/12-30/12/13) το ποσό των 4386,6 € (949,20 € + 3437,4 €). Περαιτέρω, στις αποδοχές του ενάγοντος ως Διευθυντού ινστιτούτου συμπεριελαμβάνετο και το επίδομα θέσης ευθύνης, το οποίο κατά το διάστημα από 1/1/12 έως 31/7/12 ανερχόταν στο ύψος των 529,53 € κατ' αρθ. 3 §4 Ν. 3845/10 και από 1/8/12 έως 30/12/13 στο ύψος των 400 € κατ' την περ. 22 ΙΙ της υποπαραγράφου Γ1 του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012. Έτσι ο ενάγων για την αιτία αυτή για το διάστημα από 1/1/12 εως 31/7/12 (=7 μην.) έπρεπε να λάβει ποσό 3706,71 € (529,53 € χ 7 μ.) και για το διάστημα από 1/8/12 έως 30/12/13 (=17 μην.) ποσό 6800 € (400 € χ 17 μ.). Επομένως για το διάστημα από 1/1/12 έως 30/12/13 ο ενάγων δικαιούται για την ως άνω αιτία συνολικό ποσό ύψους 10506,71 € (3706,71 € + 6800 €). Τέλος αποδείχθηκε ότι ο μισθός του ενάγοντος καθ' όλη τη διάρκεια του επιδίκου διαστήματος και παρά τις ανωτέρω αναφερόμενες κυμάνσεις του υπερέβαινε το ποσό των 3000 € μικτών κατά μήνα. Χαρακτηριστικό δε τούτου αποτελεί το αποτέλεσμα που εξάγεται από την άθροιση και μόνο των ως άνω αιτούμενων κονδυλίων σε μηνιαία βάση, που είναι μεγαλύτερο των 3000 €, χωρίς να προστεθούν και τα άλλα επιδόματα των οποίων ο ενάγων ήταν δικαιούχος και ελάμβανε. Επομένως σύμφωνα με το άρθ. 3 §6 Ν. 3845/10 εξαιτίας της υπέρβασης της ως άνω μισθολογικής οροφής, ο ενάγων δεν δικαιούταν επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα (σχ. υπ' αριθ. πρωτ. 5573/2-2-18 έγγραφο του Τμήματος Μισθοδοσίας του εναγομένου - περί της συνταγματικότητας της διάταξης αυτής ΟλΣτΕ 479/2018 ΝοΒ 2018.701 ΤρΝομΠλ ΔΣΑ, ΟλΣτΕ 480/2018, ΟλΣτΕ 481/2018 ΕΔΔΔ 2019.378). Πρέπει επομένως να απορριφθεί το σχετικό κεφάλαιο της αγωγής ως ουσία αβάσιμο. Συνολικά δε για όλες τις ως άνω αιτίες οφείλεται στον ενάγοντα το ποσό των 22047,51 € (7154,2 € + 4386,6 € +10506,71 €), νομιμοτόκως έκαστο επιμέρους ποσό μηνιαίας διαφοράς μισθού που συναπαρτίζει αυτό (ήτοι εν προκειμένω βασικός μισθός + χρονοεπίδομα + επίδομα θέσης κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα) από το χρονικό σημείο που ο νόμος προβλέπει ως δήλη ημέρα καταβολής του και έκτοτε ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος οφείλοντας τόκους υπερημερίας και δη από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα μέχρι την εξόφληση (άρθ. 655 σε συνδ. με άρθ. 340, 341 παρ. 1, 345 εδ. α΄ ΑΚ - ΟλΑΠ 39/2002 ΕΕργΔ 2002.1482 = ΝοΒ 2003.859, ΑΠ 1341/2002 ΕλλΔνη 2003.453, ΑΠ 81/2010 ΕλλΔνη 2010.730), απορριπτομένου του σχετικού λόγου εφέσεως του εναγομένου ως προς το χρονικό σημείο έναρξης καταβολής τόκων, διότι στην έννοια του βασικού μισθού περιλαμβάνονται και οι προσαυξήσεις που χορηγούνται με βάση την προϋπηρεσία του μισθωτού είτε γενικά στο επάγγελμα, είτε στη συγκεκριμένη επιχείρηση και τα επιδόματα. Οι προσαυξήσεις δε αυτές δεν αποτελούν πρόσθετες αυτοτελείς παροχές, αλλά το χρονοεπίδομα αποτελεί μέσο για την κλιμάκωση του βασικού μισθού, σύμφωνα με το χρόνο υπηρεσίας του μισθωτού και το επίδομα θέσης συμπληρώνει τον βασικό μισθό και συνθέτουν από κοινού το σύνολο των αποδοχών του εργαζομένου (Δ. Ζερδελή, ΕργΔ, έκδ. 2019, σσ. 823, Ι. Κουκιάδη, έκδ. 2017, ΕργΔ, σσ. 709-710). Κατόπιν όλων των ανωτέρω εκτεθέντων πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσιαστικώς βάσιμη η από 6/12/17 και με αριθ. κατ. .../15-12-17 αγωγή και να υποχρεωθεί το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 22047,51 €, νομιμοτόκως έκαστο επιμέρους ποσό μηνιαίας διαφοράς μισθού που συναπαρτίζει αυτό από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα μέχρι την εξόφληση, παρελκούσης της εξετάσεως της επικουρικής βάσεως της αγωγής. Μετά από τα προαναφερόμενα, η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και υποχρέωσε το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 7.156,09 € ως οφειλόμενες διαφορές βασικού μισθού, αντί να επιδικάσει για την αιτία αυτή το ποσό των 7154,2 €, καθώς και το ποσό των 407,74 € ως οφειλόμενες διαφορές επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα του επίδικου χρονικού διαστήματος, αντί να απορρίψει το σχετικό κεφάλαιο της αγωγής, εσφαλμένα ερμήνευσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, ως προς τα κεφάλαια αυτά της αγωγής, γι' αυτό θα πρέπει να γίνει δεκτή η από 30/4/19 (αριθ. έκθ. κατάθ. .../24-10-19) έφεση του εναγομένου, ως βάσιμη και κατ' ουσίαν, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη μόνο κατά τα ως άνω κεφάλαιά της, και αφού κρατηθεί η υπόθεση και εξετασθεί κατ' ουσίαν η αγωγή, να γίνει εν μέρει αυτή δεκτή κατά τα αμέσως ανωτέρω εκτεθέντα. Η δικαστική δαπάνη των διαδίκων μερών του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθεί εν όλω μεταξύ αυτών, επειδή η ερμηνεία των στη μείζονα σκέψη αναφερομένων διατάξεων (υπό ΙΙΙ) είναι ιδιαίτερα δυσχερής [άρθ. 179, όπως αντικ. με το άρθ. 2 § 2 Ν. 2915/2001 (ΦΕΚ Α΄ 109/29-5-01) και 183 ΚΠολΔ]. Τέλος, πρέπει να ορισθεί το παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας (άρθ. 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) κατά της παρούσας απόφασης από τον απολειπόμενο εφεσίβλητο - ενάγοντα, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει ερήμην του εφεσιβλήτου. 
Ορίζει το παράβολο, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον εφεσίβλητο - ενάγοντα, στο ποσό των διακοσίων ενενήντα ευρώ (290 €).
Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση.
Εξαφανίζει εν μέρει την υπ' αριθ. 176/23-1-19 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασίας εργατικών διαφορών) κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό της παρούσας κεφάλαιά της.
Κρατεί την υπόθεση και δικάζει επί της από 16/11/2017 και με αριθ. κατ. .../17-11-17 αγωγής.
Απορρίπτει ότι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται εν μέρει αυτήν ως προς το κεφάλαιο των διαφορών βασικού μισθού. 
Υποχρεώνει το εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα για την αιτία αυτή το ποσό των επτά χιλιάδων εκατόν πενήντα τεσσάρων ευρώ και είκοσι λεπτών (7154,20 €), νομιμοτόκως όπως στο σκεπτικό της παρούσας ορίζεται.
Συμψηφίζει στο σύνολό τους μεταξύ των διαδίκων μερών τα δικαστικά έξοδα αυτών του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και η πληρεξούσια δικηγόρος του εκκαλούντος, στις 12 Μαρτίου 2020. 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ