Εφετείο 2426/2020: Αποζημίωση απόλυσης, μισθοί υπερημερίας του προηγούμενου εργοδότη στη μεταβίβαση επιχείρησης


Ταμίες σε σούπερ μάρκετ - Μεταβίβαση επιχείρησης - Αποζημίωση απόλυσης, μισθοί υπερημερίας του προηγούμενου εργοδότη στη μεταβίβαση επιχείρησης


ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
4ο ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ 

Αριθμός αποφάσεως
2426/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΕΡΓΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ)

Αποτελούμενο από το Δικαστή Παύλο Μαυρομάτη, Εφέτη, ο οποίος ορίστηκε με διοικητική Πράξη του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου και την γραμματέα Ελισσάβετ Τσιτσικάου. 
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 4 Φεβρουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας - εναγομένης: Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας με την επωνυμία Ν. Τ. Ι. Κ. Εταιρεία'' με Α.Φ.Μ. ..., που εδρεύει στην Α.. (οδ. Σ., αριθ. 18) και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε στο Δικαστήριο η πληρεξούσια δικηγόρος της Κ. Δ. Χ. (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ... και Α.Φ.Μ. ...), η οποία κατέθεσε το υπ’ αριθ. Π.../7-2-20 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.
Των εφεσιβλήτων - εναγουσών: 1) Β. Σ. του Ν. με Α.Φ.Μ. ..., κατοίκου Α… (οδ. Θ., αριθ. …) και 2) Μ. Κ. του Π. με Α.Φ.Μ. ..., κατοίκου Ά. Λ. Α. (οδ. Ζ., αριθ. …), τις οποίες εκπροσώπησε στο Δικαστήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος τους Ν. Χ. Δ. (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ... και Α.Φ.Μ. ...), ο οποίος κατέθεσε το υπ’ αριθ. Π.../3-2-20 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20/11/17 και με αριθ. κατ. .../23-11-17 αγωγή καταβολής αμοιβών από εργασία (οφειλόμενες δεδουλευμένες αποδοχές, μισθούς υπερημερίας, αποδοχές και επιδόματα αδείας, αναλογία επιδομάτων εορτών Χριστουγέννων), την οποία άσκησαν οι ενάγουσες κατά της εναγομένης, της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ", του Γ. Μ. του Ν. και του Ι. Μ. του Ν., ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία ζήτησαν να γίνει αυτή δεκτή. Η συζήτηση της αγωγής ορίσθηκε να γίνει στις 18/1/18 με αριθ. πιν. ../… και κατόπιν αναβολής στις 5/12/18. Συζητηθείσης της αγωγής ερήμην της εναγομένης εταιρείας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων κατά την ως άνω τελευταία ημερομηνία, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 1613/8-8-19 οριστική απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, η οποία απέρριψε την αγωγή ως προς τα φυσικά πρόσωπα των εναγομένων και δέχθηκε αυτήν ως ουσία βάσιμη ως προς τα νομικά πρόσωπα των εναγομένων.
Η δεύτερη εναγομένη - εκκαλούσα Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία με την επωνυμία ''Ν. Τ. Ι. Κ. Εταιρεία'' με την από 20/9/19 έφεσή της (αριθ. εκθ. κατάθ. .../23-9-19), η οποία έλαβε αριθ. κατ. πράξεως προσδιορισμού δικασίμου .../23-9-19 στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, και προσδιορίσθηκε για να εκδικασθεί στην επί της αρχής της παρούσας αναφερομένη ημερομηνία με αριθ. πιν. 34, ζήτησε την εξαφάνιση της προσβαλλομένης και την ολοσχερή απόρριψη της αγωγής των αντιδίκων της, άλλως την μεταρρύθμισή της. 
Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας - εναγομένης παραστάθηκε στο Δικαστήριο και προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις. 
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος των εφεσιβλήτων - εναγουσών δεν παραστάθηκε στο Δικαστήριο, αλλά κατέθεσε την από 31/1/20 δήλωσή του κατ’ άρθ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις. 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Ι. Η υπό κρίση από 20/9/19 (αριθ. εκθ. κατάθ. .../23-9-19) έφεση, της πρωτοδίκως ηττηθείσας δεύτερης εναγομένης και ήδη εκκαλούσης, κατά των πρωτοδίκως νικησασών εναγουσών και ήδη εφεσιβλήτων και της υπ’ αριθ. 1613/8-8-19 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε ερήμην της εναγομένης εταιρείας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, ως στα εισαγωγικά της παρούσας εκτίθεται, κατά την διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθ. 591 παρ. 1, 614 αριθ. 3, και 621 επ. ΚΠολΔ), αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου και έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, με νομότυπη κατάθεση του σχετικού δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου εντός τριάντα ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης (άρθ. 1α΄, 3 παρ. 1, 19 όπως αντικ. με το άρθ. 4 παρ. 2 Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165/25-7-2011), 495 παρ. 1 & 2, 496, 499, 511, 513 παρ. 1β΄, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 1, 520 παρ. 1, 522, 500 και 144 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αυτά ισχύουν μετά την κατάργηση ή την αντικατάστασή τους, κατά περίπτωση, με το άρθ. 1 Ν. 4335/2015), δεδομένου ότι πιστό αντίγραφο της εκκαλουμένης επιδόθηκε στην εκκαλούσα με επιμέλεια των εφεσιβλήτων στις 17/9/19 και το δικόγραφο της έφεσης κατατέθηκε στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 23/9/19, όπως τούτο προκύπτει από την σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Α… Ο. Θ. Δ. επί του αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της εκκαλουμένης με την κάτωθι αυτού συνταχθείσα από 16/9/19 επιταγή, που επικαλείται και προσκομίζει η εκκαλούσα και δεν αμφισβητούν οι εφεσίβλητες. Επομένως, πρέπει η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία που εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθ. 533 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό της αφενός δεν απαιτείται η καταβολή παραβόλου λόγω του ότι πρόκειται για εργατική διαφορά (άρθ. 495 παρ. 4 εδαφ. τελευταίο και 614 §3 ΚΠολΔ, ως αυτά ισχύουν μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 4335/2015 - Κ. Ρίζο σε Ν. Λεοντή, Ειδικές Διαδικασίες κατά τον ΚΠολΔ, 2018, σσ. 239), αφετέρου έχουν κατατεθεί από τους υπόχρεους προς τούτο πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων τα παράβολα προκαταβολής εισφορών και ενσήμων (άρθ. 61 παρ. 1 και 4 Ν. 4139/2013), ως αυτά αναφέρονται παραπάνω στα εισαγωγικά της παρούσας.

ΙΙ. Με την από 20/11/17 αγωγή τους προς το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, οι ενάγουσες και ήδη εφεσίβλητες ισχυρίσθηκαν ότι με συμβάσεις εξηρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίσθηκαν στην Αθήνα, προσλήφθηκαν κατά τις 19/4/1994 και 15/1/1995 αντιστοίχως από την ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" και εργάσθηκαν σ' αυτήν ως υπάλληλοι (ως ταμίας-διευθύντρια η πρώτη και ταμίας η δεύτερη). Ότι ο τελευταίος συμφωνηθείς μηνιαίος τους μισθός ανερχόταν στο ποσό των 1.183,01 € για την πρώτη και στο ποσό των 1.241,47 € για τη δεύτερη. Ότι επειδή η ως άνω εργοδότριά τους έπαυσε από το μήνα Μάιο του έτους 2012 να τους καταβάλει το μισθό τους, άσκησαν από 26/2/2013 το δικαίωμα επίσχεσης της εργασίας τους και στη συνέχεια την από 1/7/2013 αγωγή τους εναντίον της, με αίτημα να υποχρεωθεί αυτή να τους καταβάλει δεδουλευμένες αποδοχές από το μήνα Μάιο του έτους 2012 έως και το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2013, αποδοχές υπερημερίας από το μήνα Μάρτιο του έτους 2013 έως και το μήνα Ιούνιο του ιδίου έτους και επίδομα εορτών Πάσχα του ιδίου έτους. Ότι επί της ανωτέρω αγωγής τους εξεδόθη η καταστάσα τελεσίδικη υπ' αριθ. 242/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά την ενταύθα διαδικασία, με την οποία επιδικάσθηκε για τις παραπάνω αιτίες, στην πρώτη από αυτές το ποσό των 17.153,65 € και στη δεύτερη το ποσό των 19.808,41 €, νομιμοτόκως για κάθε επιμέρους κονδύλιο, όπως ορίζει το διατακτικό αυτής. Ότι στις 9/7/2013 η ως άνω εργοδότριά τους εταιρεία κατήγγειλε τις συμβάσεις εργασίας τους χωρίς να τους καταβάλλει αποζημίωση, για το λόγο δε αυτό άσκησαν εναντίον της αγωγή, ακολούθως δε εξεδόθη η καταστάσα τελεσίδικη υπ' αριθ. 950/2015 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά την ίδια ως άνω διαδικασία, με την οποία επιδικάσθηκε για την παραπάνω αιτία, στην πρώτη από αυτές το ποσό των 19.325,44 € και στη δεύτερη το ποσό των 18.828,96 €, νομιμοτόκως από τις 9/7/2013. Ότι πέραν των ως άνω ποσών τα οποία κατά τα ανωτέρω τους επιδικάσθηκαν, διατηρούσαν και άλλες αξιώσεις κατά της εργοδότριάς τους και συγκεκριμένα για αποδοχές υπερημερίας από 1/7/2013 έως 9/7/2013 (μέχρι δηλαδή το χρόνο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας τους), για αποδοχές και επίδομα αδείας για τα έτη 2012 και 2013 και αναλογία εορτών Χριστουγέννων έτους 2013, αιτίες για τις οποίες τους οφείλονταν συνολικά, στην μεν πρώτη το ποσό των 4.298,25 €, στη δε δεύτερη το ποσό των 3.269,19 €, νομιμοτόκως για κάθε επιμέρους κονδύλιο που συναπαρτίζει αυτό, όπως αυτό και η έναρξη της τοκοφορίας του ειδικότερα παρατίθενται στο ιστορικό της ένδικης αγωγής. Ότι η εργοδότριά τους, η οποία είχε έδρα επί της οδού Μ. Γ. Κ. αριθ. 8 στην Α…. (Κ. Π.) και εκμεταλλευόταν καταστήματα πωλήσεως τροφίμων (σούπερ μάρκετ), στα τέλη του έτους 2012 είχε διακόψει τη λειτουργία τους σε πολλά από αυτά σε διάφορες περιοχές και συνέχιζε την εμπορία της στο πιο πάνω κεντρικό κατάστημα, καθώς και σε αυτά επί των οδών Σ. αριθ. 18 στα Ε. και Θ. αριθ. 110 στη Ν. Α.. Ότι από τις αρχές του μηνός Φεβρουαρίου του έτους 2013 η ως άνω εργοδότριά τους έπαυσε να λειτουργεί (αδρανοποιήθηκε) και μεταβίβασε την επιχείρησή της ως σύνολο στην δεύτερη εναγομένη, η οποία ιδρύθηκε στις 6/2/2013 με έδρα την Αθήνα και το επί της οδού Σ. αριθ. 18 κατάστημα. Ότι η μεταβίβαση αυτή περιελάμβανε το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" (εμπορεύματα, μηχανήματα, εγκαταστάσεις, τόπο άσκησης εμπορίας - τα παραπάνω δυο καταστήματα), ενώ έπαυσε να λειτουργεί το κατάστημά της στα Κ. Π. Αττικής, η δε αξία των μεταβιβασθέντων στοιχείων υπερέβαινε το ποσό των 400.000 €. Ότι από το χρόνο της μεταβίβασης (Φεβρουάριο του έτους 2013), η δεύτερη εναγομένη ασκούσε την ίδια δραστηριότητα στα δυο ανωτέρω καταστήματα, αποτελώντας ενιαία οικονομική μονάδα με τη δικαιοπάροχό της, η οποία της μεταβίβασε ως σύνολο την επιχείρησή της και συνεχίζει δια της δεύτερης εναγομένης την ίδια επιχειρηματική δραστηριότητα, αφού μάλιστα διέκοψε τη λειτουργία από το χρόνο εκείνο το κατάστημα επί της οδού Μ. Γ. Κ. αριθ. 8 στην Αθήνα (Κ. Π.). Ότι τα όργανα της δεύτερης εναγομένης τελούσαν σε πλήρη γνώση και σε κάθε περίπτωση μπορούσαν να αντιληφθούν ότι μεταβιβάσθηκε το σύνολο, άλλως το πιο σημαντικό περιουσιακό μέρος της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ". Με βάση το ιστορικό αυτό οι ενάγουσες, όπως νομοτύπως περιόρισαν εν μέρει το καταψηφιστικό αντικείμενο της αγωγής τους σε έντοκο αναγνωριστικό (άρθ. 224, 295 παρ. 1β, 591 παρ. 1 ΚΠολΔ - ΟλΑΠ 3/2008 ΑρχΝ 2009.172, ΟλΑΠ 30/2007 ΝοΒ 2007.2388, ΑΠ 1314/2009 ΝοΒ 2010.162), ζήτησαν, με απόφαση που θα κηρυσσόταν προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθούν εις ολόκληρο οι εναγόμενοι να καταβάλουν: Α) Στην πρώτη ενάγουσα: α) Όλοι εναγόμενοι το ποσό των 4.298,25 € για αποδοχές υπερημερίας από 1/7/2013 έως 9/7/2013, αποδοχές και επίδομα αδείας για τα έτη 2012 και 2013 και αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2013, νομιμοτόκως για κάθε επιμέρους κονδύλιο, όπως αυτό και η έναρξη της τοκοφορίας του ειδικότερα παρατίθεται στο αίτημα της ένδικης αγωγής, β) οι δεύτερη, τρίτος και τέταρτος των εναγομένων να υποχρεωθούν να της καταβάλλουν ποσό 15.379,13 €, που στηρίζεται στην υπ' αριθ. 242/2015 τελεσίδικη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω και γ) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι αυτοί της οφείλουν επιπλέον και ποσό 21.099,96 €, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω, που στηρίζεται στις υπ' αριθ. 242/2015 και 950/2015 τελεσίδικες αποφάσεις του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Β) Στη δεύτερη ενάγουσα: α) Όλοι εναγόμενοι το ποσό των 3.296,19 € για αποδοχές υπερημερίας από 1/7/2013 έως 9/7/2013, αποδοχές και επίδομα αδείας για τα έτη 2012 και 2013 και αναλογία δώρου Χριστουγέννων 2013, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω, β) οι δεύτερη, τρίτος και τέταρτος των εναγομένων να υποχρεωθούν να της καταβάλλουν ποσό 15.493,54 €, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω, που στηρίζεται στην υπ' αριθ. 242/2015 τελεσίδικη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και γ) να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι αυτοί της οφείλουν επιπλέον και ποσό 23143,83 €, νομιμοτόκως κατά τα ανωτέρω, που στηρίζεται στις υπ' αριθ. 242/2015 και 950/2015 τελεσίδικες αποφάσεις του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Και Γ) και στις δυο ενάγουσες τη δικαστική δαπάνη. Επί της αγωγής αυτής, εκδόθηκε από το παραπάνω πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ερήμην της πρώτης εναγομένης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, κατά την ως άνω ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, η εκκαλουμένη οριστική απόφαση (υπ' αριθ. 1613/8-8-19). Αυτή αφού απέρριψε ρητώς την ένσταση των παρασταθέντων στον πρώτο βαθμό εναγομένων περί αοριστίας της αγωγής, και το αίτημα της αγωγής περί κηρύξεως της αποφάσεως που θα εκδίδετο προσωρινώς εκτελεστής κατά το αναγνωριστικό της σκέλος ως μη νόμιμο, έκρινε κατά τα λοιπά την αγωγή ορισμένη και νόμιμη επιστηρίζοντάς την στις διατάξεις των άρθ. 479, 477, 70, 83 παρ. 2 κ.ν. 2190/1920, 281, 288 , 200, 481, 926, 340, 341, 345, 346, 349, 648, 652, 653, 655 και 656 ΑΚ, 2 παρ. 1 και 5 παρ. 5 ΑΝ 539/1945 και 3 παρ. 16 Ν. 4504/1966 , 1 και 3 Ν. 2112/1920, 2, 5 παρ. 1 και 3 και 6 παρ. 2 Ν. 3198/195, 1 παρ. 1 & 2 Ν. 1082/1980 και 1 παρ. 1 & 2, 2, 3 παρ.1 και 6 της 19.040/1981 Κ.Υ.Α. Οικονομικών και Εργασίας, 106, 176, 191 παρ. 2, 907, 908 παρ. 1 περ. ε' ΚΠολΔ, και μετ' εκτίμηση των αποδείξεων, απέρριψε αυτήν ως ουσία αβάσιμη ως προς τους τρίτο και τέταρτο των εναγομένων και συμψήφισε τα δικαστικά τους έξοδα με εκείνα των εναγουσών, δέχθηκε την αγωγή ως ουσία βάσιμη ως προς την πρώτη και δεύτερη των εναγομένων και α) υποχρέωσε εις ολόκληρον αυτές, να καταβάλουν στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 4.298,25€, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, β) υποχρέωσε τη δεύτερη εναγομένη (νυν εκκαλούσα) να καταβάλει στην ίδια ενάγουσα το ποσό των 15.379,13 €, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, γ) κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς τις ως άνω καταψηφιστικές διατάξεις της κατά το ποσό των 10.000 € και δ) αναγνώρισε ότι η δεύτερη εναγομένη (νυν εκκαλούσα) οφείλει να καταβάλει στην ίδια ενάγουσα το ποσό των 21.099,96 €, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις· ε) υποχρέωσε εις ολόκληρον αυτές, να καταβάλουν στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 3.296,19 €, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, στ) υποχρέωσε τη δεύτερη εναγομένη (νυν εκκαλούσα) να καταβάλει στην ίδια ενάγουσα το ποσό των 15.493,54 €, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, ζ) κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς τις ως άνω καταψηφιστικές διατάξεις της κατά το ποσό των 10.000 €, η) αναγνώρισε ότι η δεύτερη εναγομένη (νυν εκκαλούσα) οφείλει να καταβάλει στην ίδια ενάγουσα το ποσό των 23.143,83 €, νομιμοτόκως κατά τις αναφερόμενες στο σκεπτικό της διακρίσεις, και θ) επέβαλε σε βάρος των πρώτης και δεύτερης των εναγομένων τη δικαστική δαπάνη των εναγουσών. Οι παραδοχές αυτές του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου εις βάρος της δεύτερης εναγομένης προκάλεσαν τα με τους λόγους της έφεσής της, στο σύνολό τους δυο (2), εισαγόμενα παράπονα της δεύτερης εναγομένης - εκκαλούσας, οι οποίοι στο σύνολό τους εκτιμώμενοι συνιστούν αιτιάσεις για ψευδή ερμηνεία και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, αλλά και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, έτσι ώστε να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη και να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολό της ως προς αυτήν, άλλως να μεταρρυθμιστεί αυτή αναλόγως. Ειδικότερα δια του κατά το νοηματικό περιεχόμενο του πρώτου σκέλους του δευτέρου λόγου εφέσεως της εκκαλούσας - δεύτερης εναγομένης πλήττεται η εκκαλουμένη διότι κατά εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου δεν κήρυξε απαράδεκτο, με την αιτίαση ότι οι αξιώσεις των εναγουσών που αφορούν στην αποζημίωση απόλυσής τους δεν έχουν ασκηθεί εντός της και αυτεπαγγέλτως λαμβανομένης υπ' όψη αποσβεστικής προθεσμίας του άρθ. 6 παρ. 2 Ν. 3198/55 (ΑΠ 44/2006 ΕΕργΔ 2006.790, ΑΠ 1217/2004 ΔΕΝ 2005.215, Ελ. Μούτου σε Δ. Λαδά, ΕργΔιαφ, έκδ. 2019, σσ. 118), απορρίπτοντας την προβληθείσα σχετική της ένσταση. Με το άρθ. 6 παρ. 2 Ν. 3198/1955, στο οποίο παραπέμπει ρητά και το άρθ. 3 παρ. 1 Ν. 435/1976, ορίσθηκε ότι κάθε αξίωση μισθωτού περί καταβολής ή συμπληρώσεως της κατά του Ν. 2112/1920, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως, ή το Β.Δ. της 16/18-7-1920 αποζημιώσεως, τυγχάνει απαράδεκτη, εφόσον η σχετική αγωγή δεν κοινοποιήθηκε εντός εξαμήνου από τότε που κατέστη η αξίωση απαιτητή. Είναι πρόδηλο ότι η ως άνω διάταξη, που καθορίζει την αποσβεστική προθεσμία των έξι (6) μηνών, αφορά αποζημίωση, την οποία ο μισθωτός δικαιούται απ’ ευθείας από τον Ν. 2112/1920 ή το ΒΔ της 16/18-7-1920 και όχι την αποζημίωση που δικαιούται από άλλη αιτία, όπως από διαιτητική απόφαση που παραπέμπει στο Ν. 2112/1920 ή στο ως άνω ΒΔ μόνο για τον καθορισμό του ποσού της αποζημιώσεως. Συνεπώς η αγωγή με την οποία διώκεται η καταβολή της αποζημιώσεως που οφείλεται στις διατάξεις περί αστικής ευθύνης λόγω μεταβίβασης επιχείρησης που εδράζεται στις διατάξεις των άρθ. 479 ΑΚ, 6 παρ. 1 Ν. 2112/1920, 9 παρ. 1 του Β.Δ. 16/18-7-1920, δεν υπόκειται στην αποσβεστική εξάμηνη προθεσμία του άρθ. 6 παρ. 2 Ν. 3198/1955 (ΑΠ 200/2011 ΝοΒ 2011.1610, ΑΠ 554/2002 ΕλλΔνη 2002.459, ΑΠ 1473/1997 ΔΕΝ 2003.161, κρίνασες για μη υπαγωγή της σχετικής αξιώσεως στην ως άνω αποσβεστική προθεσμία, λόγω υπαγωγής της σε άλλες διατάξεις). Στην κρινόμενη περίπτωση με το ως άνω παρατιθέμενο περιεχόμενο της αγωγής το κεφάλαιο αυτής περί καταβολής του ποσού της αποζημιώσεως από την εναγομένη - εκκαλούσα δικαιοδόχο στην ως άνω μεταβίβαση επιχείρησης, λόγω καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας των εναγουσών από την πρώην εργοδότριά τους δικαιοπάροχο, βρίσκει κατ' αρχήν έρεισμα στις αμέσως ως άνω αναφερόμενες διατάξεις και όχι σε εκείνες των άρθ. 1 και 3 Ν. 2112/20, 2 και 5 §3 Ν. 3198/55, όπως αντικ. με το άρθ. 2 §4 Ν. 2556/97 και 1 Ν. 1082/80. Ως εκ τούτων, η σχετική αξίωση των εναγουσών δεν υπόκειται στην εξάμηνη αποσβεστική προθεσμία του άρθ. 6 παρ. 2 Ν. 3198/1955. Με τα ίδια δε που είπε και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έστω και με συνεπτυγμένη αιτιολογία, ορθά τη συγκεκριμένη τελευταία διάταξη ερμήνευσε και εφάρμοσε. Πρέπει επομένως να απορριφθεί κατά το πρώτο του σκέλος ο ως άνω λόγος εφέσεως ως αβάσιμος. Δια του πρώτου λόγου εφέσεως εισάγεται παράπονο για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων (ως προς τις κατ’ ιδίαν παραδοχές της), συνεπεία των οποίων δέχθηκε τα ανωτέρω εκτιθέμενα. Ο λόγος δε αυτός επάγεται μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της εφέσεως και, εξ αυτού αυτεπάγγελτη έρευνα του νόμω βασίμου της αγωγής (ΑΠ 1472/2012 ΝοΒ 2013.760, ΑΠ 1778/2011 ΝοΒ 2011.982, Κυρ. Οικονόμου, Η έφεση, έκδ. 2017, σσ. 190, Δημ. Μπαμπινιώτης, Μεταβιβαστικό αποτέλεσμα της έφεσης και αντικείμενο της έκκλητης δίκης, έκδ. 2016, σσ. 132). Από τις διατάξεις των άρθ. 321, 324, 325 αριθ. 1 ΚΠολΔ και 486 ΑΚ προκύπτει ότι δεν παράγεται δεδικασμένο από τελεσίδικη απόφαση εκδοθείσα μεταξύ άλλων προσώπων, όπως είναι η απόφαση που εκδίδεται σε δίκη μεταξύ του δανειστή και ενός από τους εις ολόκληρον συνοφειλέτες (ΑΠ 22/2004 ΝοΒ 2004.1206). Συνεπώς, επί οφειλής εις ολόκληρον υπάρχει παθητική ομοδικία μεταξύ των συνεναγομένων συνοφειλετών και το δεδικασμένο που δημιουργείται για τον ένα από αυτούς δεν ισχύει, κατ' αρχήν, και για τους άλλους (ΑΠ 740/2000 ΕλλΔνη 2001.102). Από το συνδυασμό, όμως, των διατάξεων των άρθ. 225 παρ. 1 και 2 και 325 αριθ. 2 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι ο ειδικός διάδοχος του διαδίκου, είτε με βάση σύμβαση, είτε από το νόμο, είτε με πολιτειακή βούληση, εφόσον η διαδοχή συντελέστηκε μετά την εκκρεμοδικία, δηλαδή μετά την κατάθεση της αγωγής, δεσμεύεται από το δεδικασμένο που παράγεται από την τελεσίδικη απόφαση, που εκδόθηκε στη δίκη με τον αρχικό διάδικο (ΑΠ 470/2016 ΤρΝομΠλ ''Νόμος'', ΑΠ 714/2013 ΕΠολΔ 2013.518). Αντιθέτως δε, το δεδικασμένο δεν ισχύει για εκείνους που έγιναν ειδικοί διάδοχοι των διαδίκων πριν την έναρξη της δίκης και εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι και κατά τη διάρκειά της (ΑΠ 470/2016 ό.α., ΑΠ 2009/2013 ΝοΒ 2014.919). Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο εκείνος που κατέστη συνοφειλέτης ως ειδικός διάδοχος αρχικού συνοφειλέτη, όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το τέλος της, δεσμεύεται από το δεδικασμένο της τελεσίδικης απόφασης που εκδόθηκε με τον αρχικό συνοφειλέτη, παρά την υφιστάμενη μεταξύ τους παθητική εις ολόκληρον ενοχή. Εξάλλου, κατά το άρθ. 919 αρ. 1 ΚΠολΔ, η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται, όταν πρόκειται για δικαστικές αποφάσεις, υπέρ και κατά των προσώπων έναντι των οποίων ισχύει δεδικασμένο (ΑΠ 575/2019 ΤρΝομΠλ ΔΣΑ). Στην προκειμένη περίπτωση κατά το ανωτέρω εκτενώς παρατιθέμενο περιεχόμενο της αγωγής οι ενάγουσες ισχυρίσθηκαν ότι οι αξιώσεις τους σε βάρος της πρώτης εναγομένης εργοδότριας εταιρείας με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" και μη διαδίκου εν προκειμένω, για δεδουλευμένες αποδοχές από το μήνα Μάιο του έτους 2012 έως και το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2013, αποδοχές υπερημερίας από το μήνα Μάρτιο του έτους 2013 έως και το μήνα Ιούνιο του ιδίου έτους και επίδομα εορτών Πάσχα του ιδίου έτους, για τις οποίες εκδόθηκε η υπ' αριθ. 242/2015 καταστάσα τελεσίδικη απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, καθώς και οι αξιώσεις τους για καταβολή αποζημιώσεως λόγω καταγγελίας της συμβάσεώς τους από την ίδια ως άνω εργοδότρια εταιρεία, για τις οποίες εκδόθηκε η υπ' αριθ. 950/2015 καταστάσα τελεσίδικη απόφαση του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου, ασκήθηκαν δια των από 1/7/13 και αριθ. κατ. .../3-7-13 και από 17/12/13 και αριθ. κατ .../17-12-13 αγωγών αντιστοίχως. Συνεπώς οι αξιώσεις τους αυτές κατέστησαν εκκρεμείς στις σχετικές ανοιγείσες δίκες από τις 3/7/13 και 17/12/13 αντιστοίχως, με δεδομένο ότι εχώρησαν και αντίστοιχες επιδόσεις των ως άνω αγωγών προς ολοκλήρωση της ασκήσεώς τους κατ' άρθ. 215 §1 ΚΠολΔ. Παράλληλα εκτίθεται ότι η πρώτη εργοδότρια εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" από τις αρχές Φεβρουαρίου του έτους 2013 είχε παύσει να λειτουργεί (είχε αδρανοποιηθεί) και είχε μεταβιβάσει την επιχείρησή της "ως σύνολο" στην τότε ιδρυθείσα και νυν εναγομένη εκκαλούσα εταιρία και δη από 6/2/2013, οπότε αυτή και ιδρύθηκε με το υπ' αριθ. .../6-2-2013 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Π. Γ. Ε. Τ.. Επομένως, κατά τους ισχυρισμούς των εναγουσών η μεταβίβαση της επιχείρησης της πρώτης εναγομένης εταιρείας στη δεύτερη εναγομένη εταιρεία έλαβε χώρα σε χρόνο (6/2/13) πριν καταστούν εκκρεμείς σε σχέση με την δεύτερη εναγομένη εταιρεία οι ως άνω αξιώσεις τους που εξοπλίσθηκαν ήδη με τους ως άνω εκτελεστούς τίτλους. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με τα εκτενώς εκτιθέμενα στην αμέσως προηγούμενη μείζονα σκέψη, με την ως άνω μεταβίβαση επιχείρησης δεν εχώρησε ταυτόχρονα και διαδοχή των αξιώσεων αυτών των εναγουσών ως παθητικό της πρώτης εργοδότριας εταιρείας στη δεύτερη και ήδη εκκαλούσα εταιρεία. Συνεπώς ως προς τα κεφάλαιά της αυτά η αγωγή, και δη για την πρώτη ενάγουσα συνολικού ποσού ύψους 36.479,09 € (17.153,65 € + 19.325,44 €) και για την δεύτερη ενάγουσα συνολικού ποσού ύψους 38.637,37 € (19.808,41 € + 18.828,96 €), είναι μη νόμιμη ως προς την δεύτερη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα. Περαιτέρω, ως προς τα κεφάλαια της αγωγής που εμπεριέχουν αξιώσεις των εναγουσών σε βάρος και της δεύτερης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας για αποδοχές υπερημερίας από 1/7/2013 έως 9/7/2013, για αποδοχές και επίδομα αδείας του έτους 2013 και αναλογία επιδόματος εορτών Χριστουγέννων του ιδίου έτους, για τις οποίες δεν εχώρησε δικαστική διάγνωση και ασκήθηκαν το πρώτον δια της ως άνω ένδικης αγωγής, εκκινώντας και πάλι από το γεγονός ότι κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς η μεταβίβαση της επιχείρησης της πρώτης εναγομένης εταιρείας στην δεύτερη εναγομένη εταιρεία έλαβε χώρα στις 6/2/13, αλλά και του ιστορούμενου χρόνου της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας τους από την πρώτη εναγομένη εταιρεία στις 9/7/2013, άγεται συμπέρασμα μη νομιμότητάς τους. Και τούτο διότι, ως στην αμέσως ανωτέρω μείζονα σκέψη εκτίθεται, οι αξιώσεις τους αυτές δεν είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμες και απαιτητές κατά το χρόνο μεταβίβασης της επιχείρησης από την πρώτη εναγομένη στη δεύτερη εναγομένη. Ειδικότερα οι ως άνω αξιώσεις των εναγουσών κατέστησαν ληξιπρόθεσμες και απαιτητές από την επομένη της 9/7/13, δήλη ημέρα της απόλυσης (αρθ. 341 ΑΚ - λύση της σχέσης εργασίας τους με καταγγελία των συμβάσεων εργασίας τους από την πρώτη εναγομένη εταιρεία - ΑΠ 1549/2011 ΔΕΝ 2012.441, ΑΠ 97/2009 ΔΕΝ 2009.766, ΑΠ 1649/2012 ΕΕργΔ 2013.1078), ήτοι σε χρόνο μεταγενέστερο της ως άνω μεταβίβασης επιχείρησης, αφού αυτή έλαβε χώρα κατά ως άνω εκτιθέμενα στις 6/2/2013. Έσφαλε επομένως η εκκαλουμένη, η οποία δέχθηκε τα ως άνω κεφάλαια της αγωγής ως νόμω και ως ουσιαστικώς βάσιμα και επιδίκασε σε βάρος της δεύτερης εναγομένης - εκκαλούσας τα στο διατακτικό της αναφερόμενα σχετικά ποσά. Γι' αυτό θα πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος της εφέσεως της δεύτερης εναγομένης - εκκαλούσας κατά το μέρος του αυτό ως βάσιμος και κατ' ουσίαν, να εξαφανισθεί εν μέρει η εκκαλουμένη και αφού κρατηθεί η υπόθεση και εξετασθεί ως προς τα κεφάλαια αυτά η αγωγή, να απορριφθούν ως μη νόμιμα. 

ΙΙΙ. Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης Σ. Κ. του Σ. και Χ. - Α. Τ., αντίστοιχα, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απομαγνητοφωνημένα πρακτικά, από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και νόμιμα προσκομίζουν, ενώπιον του πρωτοβάθμιου, αλλά και του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου, έστω και για πρώτη φορά (αρθ. 529 παρ. 1α΄ ΚΠολΔ), ακόμη και αν όλα δεν πληρούν τους όρους του νόμου (άρθ. 614 αριθ. 3, 621 επ. και 591 §1 ΚΠολΔ), τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (αρθ. 395, 591 §1 ΚΠολΔ), χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εκ των ανωτέρω εγγράφων να προσδίδει σ’ αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι όμως ισοδύναμα και όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1045/2017 ΤρΝομΠλ Δ.Σ.Α., ΑΠ 471/2016 ΤρΝομΠλ Δ.Σ.Α.), αποδείχθηκαν εν σχέσει με τα εναπομείναντα κεφάλαια της αγωγής που αφορούν αξιώσεις καταβολής αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας των εναγουσών για το έτος 2012, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη εναγομένη της από 20/11/17 και με αριθ. κατ. .../23-11-17 αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "A. T. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ", η οποία προέκυψε από τη διάσπαση της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία ''Α. - Τ. Ανώνυμη Εμπορική και Βιομηχανική Εταιρεία Ειδών Σούπερ Μάρκετ" (ΦΕΚ .../22-7-96, τ. ΑΕ & ΕΠΕ), για την επίτευξη των εμπορικών της σκοπών έχει ως αντικείμενο την ίδρυση και εκμετάλλευση καταστημάτων τροφίμων και ειδών ''super market'' με οποιαδήποτε μορφή και ειδικότερα με τη μορφή μεγάλων καταστημάτων, την τυποποίηση και εμπορία ειδών διατροφής και ειδών ''super market'', τη συγκρότηση και δημιουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών μονάδων για την επεξεργασία ή βιομηχανοποίηση ειδών διατροφής και ειδών ''super market'' κλπ. Στα πλαίσια των ως άνω σκοπών δημιούργησε αλυσίδα καταστημάτων σούπερ μάρκετ στην Α.. τα οποία εκμεταλλευόταν οικονομικά, για τη λειτουργία των οποίων απασχολούσε εργατικό προσωπικό. Ανάμεσα σε αυτό το προσωπικό ήταν και οι ενάγουσες, τις οποίες προσέλαβε στην Α… με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, την μεν πρώτη στις 19/4/1994 τη δε δεύτερη στις 15/1/1995. Από αυτές η πρώτη εργάσθηκε σε διάφορα καταστήματα της ως άνω εργοδότριας ως ταμίας - διευθύντρια και η δεύτερη ως ταμίας στο κατάστημά της επί της οδού Θ., αριθ. 110, στη Ν. Α.. Οι εργασιακές σχέσεις των ως άνω εναγουσών λειτούργησαν ομαλά καθ’ όλη τη διάρκειά τους μέχρι την Άνοιξη του έτους 2012, παρέχοντας τις υπηρεσίες τους υπό τις ως άνω ειδικότητες. Κατά το τελευταίο αυτό διάστημα η ως άνω εναγομένη αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και άρχισε να καθυστερεί την καταβολή των μηνιαίων αποδοχών του προσωπικού της, ανάμεσα στο οποίο και στις ενάγουσες. Η κατάστασή της αυτή όμως δεν ήταν προσωρινή, αλλά συνεχίσθηκε. Έτσι η ως άνω εναγομένη δεν κατέβαλε πλην των άλλων αξιώσεων των εναγουσών και αποδοχές αδείας και επίδομα αδείας του έτους 2012 στην πρώτη από αυτές και επίδομα αδείας του ιδίου διαστήματος στη δεύτερη. Κατά το διάστημα αυτό ο μισθός της πρώτης ενάγουσας είχε ανέλθει στο ποσό των 1.183,01 € και της δεύτερης στο ποσό των 1.241,47 €. Έτσι για τις ως άνω αιτίες οφείλεται στην πρώτη ενάγουσα ποσό 1.183,01 € για αποδοχές αδείας και ποσό 591,50 € (1.183,01 € χ ½) για επίδομα αδείας, και συνολικά 1774,51 € (1.183,01 € + 591,50 €)· και στη δεύτερη ενάγουσα ποσό 620,73 € (1.241,47 € χ ½) για επίδομα αδείας. Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι λόγω των ως άνω οικονομικών προβλημάτων η πρώτη εναγομένη, νόμιμοι εκπρόσωποι και μέτοχοι της οποίας τυγχάνουν οι τρίτος και τέταρτος των εναγομένων Γ. Μ. και Ι. Μ. αντίστοιχα, άρχισε να μεταβιβάζει και να κλείνει τα καταστήματα - σούπερ μάρκετ που διατηρούσε, και στα τέλη του έτους 2012 της είχαν απομείνει τρία μόνο καταστήματα, μέσω των οποίων συνέχιζε την επιχειρηματική της δραστηριότητα, ήτοι ενός καταστήματος στο κέντρο της Α…(οδός Σ. αρ. 18-20), ενός στη Ν. (οδός Θ. αρ. 110 και Κ. Π.) και του κεντρικού καταστήματός της στα Κ. Π. (οδός Μητρ. Γρηγορίου Κυδωνιών αρ. 8). Εκ των καταστημάτων αυτών, το τρίτο (Κάτω Πατησίων) έπαυσε τη λειτουργία του, ενώ τα άλλα δύο μεταβιβάστηκαν στη δεύτερη εναγομένη εταιρεία, αποκτώντας με τον τρόπο αυτό το σύνολο της οργανωμένης επιχείρησης σούπερ μάρκετ που μέχρι τότε ασκούσε η πρώτη εναγομένη. Ειδικότερα, από τα μέσα Φεβρουαρίου του έτους 2013 η πρώτη εναγομένη μεταβίβασε στη δεύτερη ως σύνολο την επιχείρηση που ασκούσε στο επί της οδού Σ. 18 κατάστημά της, ήτοι αφού έλυσε συμβατικά τη μίσθωση του ως άνω ακινήτου καταστήματος με τους εκμισθωτές (σχ. από 14/12/12 μισθωτήριο λύσης μεταξύ εκμισθωτών και της πρώτης εναγομένης, εκπροσωπουμένης από τον τρίτο εναγόμενο Γ. Μ.), στη συνέχεια με το από 11/2/13 ιδιωτικό μισθωτήριο μισθώθηκε αυτό για διάστημα από 1/2/13 - 10/2/25 από τη δεύτερη εναγομένη. Κατόπιν δε με το από 15/2/13 ιδιωτικό συμφωνητικό μεταξύ των δυο πρώτων εναγομένων μεταβιβάσθηκε στη δεύτερη εναγομένη το σύνολο των εμπορευμάτων, μηχανημάτων και εξοπλισμού που απαιτούνταν για τη συνέχιση της λειτουργίας του. Παράλληλα η δεύτερη εναγομένη προσέλαβε, το σύνολο σχεδόν, του προσωπικού που απασχολούνταν στο κατάστημα (επτά υπαλλήλους - σχ. με αρ. πρωτ. 4384/11-3-13 εγκριτική απόφαση του ΟΑΕΔ για υπαγωγή στο διετές πρόγραμμα της δεύτερης εναγομένης για 9 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης συνολικού προϋπολογισμού 45000 €), συνεχίζοντας έτσι, μετά από διακοπή ελάχιστων ημερών την επιχείρηση που ασκούσε η πρώτη εναγομένη, και ανέλαβε, με τον τρόπο αυτό, το σημαντικότερο στοιχείο του συγκεκριμένου μεταβιβασθέντος τμήματος της επιχείρησης της πρώτης εναγομένης, ήτοι την πελατεία της, την οποία συνέχισε να εξυπηρετεί από τον ίδιο χώρο, με το ίδιο αντικείμενο και προσωπικό, αν και μετέβαλε λίγο καιρό αργότερα (τον Μάιο του έτους 2013) το σήμα της επιχείρησης, μετά από ένταξή της, μέσω σύμβασης δικαιόχρησης, στην αλυσίδα σούπερ μάρκετ ''Bazaar'' (σχ. από 3/5/13 ιδιωτικό συμφωνητικό παραχώρησης δικαιωμάτων δικαιόχρησης μεταξύ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία ''Bazaar AE Discount Super Markets A.E.'' και της δεύτερης εναγομένης, με την οποία η πρώτη παραχώρησε την άδεια να ιδρυθεί και να λειτουργήσει ένα κατάστημα τύπου convenience market με το διακριτικό τίτλο ''Fresh Expres /Bazaar'' στα Ε. Αττικής). Ακολούθως, κατά τον Μάιο του έτους 2013, με τον ίδιο ως άνω τρόπο, η δεύτερη εναγομένη ανέλαβε και το τελευταίο εναπομένον κατάστημα της πρώτης εναγομένης στη Ν. (οδός Θ. αρ. 110 και Κ. Π. - σχ. από 8/5/13 μισθωτήριο λύσης μεταξύ της εκμισθώτριας και της πρώτης εναγομένης, εκπροσωπουμένης από τον τρίτο εναγόμενο Γ. Μ., δυνάμει της υπ' αριθ. 912/13 διαταγής απόδοσης μισθίου του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Π., και το από 22/5/13 ιδιωτικό συμφωνητικό μισθώσεως του αυτού καταστήματος μεταξύ της εκμισθωτριας και της δεύτερης εναγομένης για διάρκεια από 1/6/13 - 31/5/25), το οποίο, κατά το τελευταίο προ της μεταβίβασης χρονικό διάστημα, λειτουργούσε με πολλά προβλήματα (έλλειψη προϊόντων, ανεξόφλητο προσωπικό εργασίας, ρευματοδότηση με γεννήτρια κλπ). Έκτοτε δε άρχισαν να αντιμετωπίζονται τα προβλήματα αυτά και να ομαλοποιείται η λειτουργία του, η οποία συνεχίστηκε κανονικά, μετά από ανακαίνιση που έλαβε χώρα, κατά το Φθινόπωρο του ιδίου έτους (σχ. από 25/10/13 βεβαίωση της Δ.Ο.Υ. Δ΄ Αθηνών περί εγκαταστάσεων εσωτερικού ως υποκατάστημα). Μετά τις μεταβιβάσεις αυτές, η δεύτερη εναγομένη ανέλαβε το σύνολο της επιχειρηματικής δραστηριότητας που ασκούσε η πρώτη εναγομένη, η οποία έκτοτε έπαυσε να ασκεί εμπορική δράση και αδρανοποιήθηκε. Ο ισχυρισμός της δεύτερης εναγομένης ότι η πρώτη εναγομένη διατηρούσε κατά τον χρόνο μεταβίβασης εκτός των ανωτέρω καταστημάτων, και άλλα σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, όπως καταστήματα εν λειτουργία [στη Ν. Σ. (Α. αρ. ..) και στην Κ.], αποδείχθηκε μόνο κατά το σκέλος της υπαρξής τους, όχι όμως και της ενεργούς λειτουργίας τους, καθώς λόγω της κάκιστης οικονομικής κατάστασης της πρώτης εναγομένης είχαν καταστεί αδρανή κατά τα ανωτέρω. Ενόψει αυτών, η δεύτερη εναγομένη υπεισήλθε από τα μέσα Φεβρουαρίου του έτους 2013 σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις προϋφιστάμενες εργασιακές σχέσεις των εναγουσών, χωρίς αυτές και τα εν γένει δικαιώματά τους να επηρεάζονται από τη μεταβίβαση, αφού η επιχείρηση της πρώτης εναγομένης συνεχίσθηκε ως οικονομική μονάδα και διατήρησε την ταυτότητά της με το νέο φορέα, επιδιώκοντας τον ίδιο κερδοσκοπικό και οικονομικό σκοπό. Επομένως οι ως άνω απαιτήσεις των εναγουσών κατά της πρώτης εναγομένης που είχαν καταστεί απαιτητές από την 1/1/13 μεταβιβάσθηκαν στην δεύτερη εναγομένη, η οποία έτσι κατέστη ειδική διάδοχος αυτής και συνοφειλέτιδα εις ολόκληρον (αρθ. 481 ΑΚ) απεριορίστως με την πρώτη, κατά τα εκτενώς αναφερόμενα στον οικείο τόπο της ανωτέρω μείζονος σκέψης (υπό ΙΙ). Έτσι η δεύτερη εναγομένη οφείλει στην πρώτη ενάγουσα το ποσό των 1774,51 € και στη δεύτερη ενάγουσα το ποσό των 620,73 € νομιμοτόκως από το χρονικό σημείο που ο νόμος προβλέπει ως δήλη ημέρα καταβολής τους (αρθ. 341 ΑΚ) και έκτοτε ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος (άρθ. 340 ΑΚ) οφείλοντας τόκους υπερημερίας (άρθ. 345 εδάφ. α΄ ΑΚ), ήτοι από 1/1/13 (άρθ. 5 §5 ΑΝ 539/45, άρθ. 3 §16 Ν. 4504/1966, και 1 §3 Ν.Δ. 4547/1966). Με το να επιδικάσει δε τα ίδια ποσά και το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ως προς τις ως άνω αξιώσεις των εναγουσών, αν και με εν μέρει διάφορες αιτιολογίες, οι οποίες αντικαθίστανται με τις παρούσες, δεν έσφαλε κατ' αποτέλεσμα και ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε. Πρέπει επομένως να απορριφθεί ο σχετικός λόγος εφέσεως κατά το σκέλος του αυτό. Κατόπιν όλων των ανωτέρω εκτεθέντων πρέπει η έφεση της δεύτερης εναγομένης να γίνει δεκτή και από ουσιαστική άποψη (ήδη ανωτέρω έχει εξαφανισθεί εν μέρει η εκκαλουμένη απόφαση). Εξάλλου, εφόσον εξαφανίστηκε εν μέρει η εκκαλουμένη απόφαση, εξαφανίζεται και η διάταξη αυτής περί δικαστικών εξόδων, κατά τις διατάξεις των άρθ. 535 παρ. 1, 176, 178, 183, 189 παρ. 1 περ. γ΄ και 191 ΚΠολΔ (ΑΠ 1567/2010 ΝοΒ 2011.592, ΕφΛαμ 36/2013 ΤρΝομΠλ ''Νόμος'', ΕφΠειρ 141/2012 ΤρΝομΠλ ''Νόμος'', ΕφΛαμ 15/2011 και 18/2011 ΤρΝομΠλ ''Νόμος''), τα δε δικαστικά έξοδα, πρέπει να κατανεμηθούν και για τους δυο βαθμούς δικαιοδοσίας, ανάλογα με την έκταση της νίκης και ήττας των διαδίκων, βάσει δε αυτών να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγουσών, σε βάρος της δεύτερης εναγομένης και ήδη εκκαλούσας (άρθ. 178, 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ) και υπολογιζόμενα σύμφωνα με το άρθ. 69 παρ. 1 εδ. α΄ του Ν. 4194/2013 (Κώδικα Περί Δικηγόρων), σε συνδυασμό με τα άρθ. 68 παρ. 1 και 63 παρ. 1 του ιδίου Κώδικα, που εφαρμόζονται στην περίπτωση που πρόκειται, μετά την εν μέρει εξαφάνιση της εκκαλουμένης, όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό (ΕφΑθ 5081/2018 αδ. στο νομ. τυπ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων. 
Δέχεται τυπικά και ουσιαστικά την έφεση. 
Εξαφανίζει εν μέρει την υπ’ αριθ. 1613/8-8-19 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. 
Κρατεί την υπόθεση, και δικάζει επί της από 20/11/17 και με αριθ. κατ. .../23-11-17 αγωγής. 
Απορρίπτει τα στο σκεπτικό της παρούσας αναφερόμενα κεφάλαια της αγωγής.
Καταδικάζει την δεύτερη εναγομένη σε μέρος των δικαστικών εξόδων των εναγουσών και των δυο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια ευρώ (500 €). 
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων, στις 13 Απριλίου 2020. 

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                       Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ